Στην ιστορία του Ολυμπιακού υπάρχουν κατά καιρούς ποδοσφαιριστές που ουδέποτε γίνονται «σημαίες» του συλλόγου, αλλά ταυτίζονται όσο λίγοι με τον ψυχισμό των «ερυθρόλευκων» οπαδών, πολύ απλά γιατί προσωποποιούν όσα θέλουν να βλέπουν στο χορτάρι από τους παίκτες της αγαπημένης τους ομάδας.
Το πάθος, την καρδιά, τη δύναμη, τον αδάμαστο χαρακτήρα, την… τρέλα, την ποιότητα και – γιατί όχι – την ασυμβίβαστη προσωπικότητά τους! Ίσως αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίο ο Μηνάς Χαντζίδης αποτελεί – μαζί με τον συγχωρεμένο Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες – τον παίκτη που αγαπήθηκε όσο κανείς στον Πειραιά απ’ όσους έπιασαν λιμάνι εκείνον τον… τρελό και παλαβό Δεκέμβριο του 1987, όταν ο Γιώργος Κοσκωτάς έφερε στου Ρέντη μια ολόκληρη… dream team!
Ήταν δύσκολα χρόνια, «πέτρινα». Μια «σκοτεινή» περίοδος στην ιστορία του Ολυμπιακού που μια ομάδα εθισμένη στον πρωταθλητισμό υποχρεώθηκε να μείνει εννιά ολόκληρα χρόνια μακριά από την κορυφή του ελληνικού ποδοσφαίρου. Κι όμως…
Όποιον φίλο του Ολυμπιακού κι αν ρωτήσεις, θα σου αφηγηθεί με νοσταλγία ιστορίες για τους «παικταράδες που άξιζαν να πάρουν ένα πρωτάθλημα και δεν πήραν ποτέ, γιατί βρέθηκαν στην ομάδα σε λάθος εποχή». Και πάντα το όνομα του Μηνά Χαντζίδη θα έχει περίοπτη θέση στις αφηγήσεις τους…
Ήρθε η ώρα, λοιπόν, του αγαπημένου «τρελού Γερμανού» των φίλων του Ολυμπιακού να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr. Και φυσικά το πράττει, με τον ίδιο τρόπο που μια φορά κι έναν καιρό αλώνιζε πάνω στον… ασβέστη του Καραϊσκάκη: Συναρπάζοντας!
Photo Credits: Στέλιος Στεφάνου | Eurokinissi
Κύριε Χαντζίδη το ξεκίνημα της καριέρας σας έγινε στη Γερμανία.
Είχαν πάει οι γονείς μου μετανάστες στη Γερμανία και εγώ γεννήθηκα εκεί, όπως και η αδελφή μου. Από τα πρώτα χρόνια κατάλαβα ότι μου αρέσει το ποδόσφαιρο και με αυτό ήθελα να ασχοληθώ.
Που γεννηθήκατε;
Γεννήθηκα στην περιοχή του Έσεν σε μια μικρή πόλη το Κέβτιγκ, αλλά σύντομα μετακομίσαμε στο Βούπερταλ γιατί έπιασε ο πατέρας μου δουλειά στην “Bayer” και από εκεί ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο. Στην Βουπερτάλερ με είδαν και οι άνθρωποι της Λεβερκούζεν και μου έγινε η πρόταση για να πάω εκεί.
Ο Ολυμπιακός όμως το 1987 σας πήρε από την Μπόχουμ. Πως έγινε η μεταγραφή;
Ναι είχα πάει στην Μπόχουμ και αρχικά όταν έγινε η πρόταση, η Λεβερκούζεν στην οποία ανήκα ζήτησε πολλά λεφτά από τον Ολυμπιακό. Όμως τελικά μετά από συζητήσεις, η Μπόχουμ ήταν αυτή που έκανε πρόταση στη Λεβερκούζεν, με πήρε δικό της και τελικά αυτή με έδωσε στον Ολυμπιακό.
Πριν σας πάρει ο Ολυμπιακός, δεν είχε ενδιαφερθεί καμία άλλη ελληνική ομάδα;
Πως, είχα προτάσεις και από τον Παναθηναϊκό και τον ΠΑΟΚ, αλλά καμία από τις δύο ομάδες δεν είχε τα χρήματα ή δεν ήθελε να τα δώσει για να με αγοράσει. Η Λεβερκούζεν ζητούσε τότε 1.500.000 μάρκα.
Τι σας έκανε τότε να αφήσετε τη Γερμανία και να έρθετε στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό;
Ακόμα τότε τα “ποδοσφαιρικά σύνορα” δεν είχαν ανοίξει. Εγώ στη Γερμανία έπαιζα ως ξένος και τότε οι ομάδες είχαν το δικαίωμα να έχουν μόνο δυο στην σύνθεσή τους. Έτσι αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα όπου θα ήμουν με τους… πολλούς και δεν θα ήμουν ένας από τους δύο ή τρεις.
Ήσασταν λοιπόν μια από τις μεταγραφές που έκανε ο Κοσκωτάς τον Δεκέμβριο του 1987.
Τότε να σου πω, ότι είχε βάλει ρήτρα η Μπόχουμ ότι μπορούσε να με πάρει με ένα συγκεκριμένο ποσό. Ο Ολυμπιακός ήρθε σε συμφωνία μαζί της και η Μπόχουμ έβαλε και 50.000 μάρκα παραπάνω στην Λεβερκούζεν και με πούλησε μετά εκείνη στον Ολυμπιακό. Ήρθαν στη Γερμανία δύο φίλοι του Κοσκωτά, ο Σταυρίδης και ο Κανάρης και έγιναν οι συζητήσεις.
Θέλω να μου πείτε τις πρώτες σας εντυπώσεις όταν ήρθατε στην Ελλάδα.
Φοβερά ήταν τότε. Ήρθα το Δεκέμβριο και κυκλοφορούσα με το φανελάκι. Μετά από ένα χρόνο, που πλέον είχα μπει στο ελληνικό κλίμα, το χειμώνα έβαλα μπουφάν (γέλια).
Την μέρα που υπέγραψα στον Ολυμπιακό, ήταν η μέρα που φάγαμε τα έξι γκολ από τον ΠΑΟΚ στις Σέρρες. Εκείνη τη στιγμή ο Κοσκωτάς έβαλε τα γέλια και γύρισε και μου είπε… “Μηνά αυτοί είναι οι συμπαίκτες σου”»
Ο Κοσκωτάς πως ήταν σαν άνθρωπος;
Εγώ είχα κάνει συμβόλαιο και το τήρησε κανονικά. Μετά είχα προβλήματα γιατί είχα και ιδιωτικό συμφωνητικό, αλλά δεν αναγνωρίζονταν από την ΕΠΟ με αποτέλεσμα να πάω στα δικαστήρια με τον Ολυμπιακό.
Σας είχε πει τίποτα ξεχωριστό όταν ήρθατε;
Την μέρα που υπέγραψα στον Ολυμπιακό, ήταν η μέρα που φάγαμε τα έξι γκολ από τον ΠΑΟΚ στις Σέρρες. Εκείνη τη στιγμή έβαλε τα γέλια και γύρισε και μου είπε: “Μηνά αυτοί είναι οι συμπαίκτες σου”. Ήταν φανερά πικραμένος.
«Μας έκανε κάτι περίεργες ασκήσεις ο Γκμοχ με κάτι κουτιά που προσγειωνόμασταν με τα γόνατα από 1,5 μέτρο ύψος. Δεν ήταν ό,τι καλύτερο…»
Πέρασε λοιπόν το πρώτο εξάμηνο, όπου ήρθατε αρκετοί παίκτες και το καλοκαίρι ήρθαν κι άλλοι, όπως ο Ντέταρι. Τι έγινε και δεν μπορέσατε να κάνετε ομάδα;
Ομάδα κάναμε, αλλά το καλοκαίρι εκείνο παίξαμε 17-18 παιχνίδια με πολύ μεγάλες ομάδες. Παίξαμε με 4 ομάδες της Μπουντεσλίγκα, παίξαμε με τον Αγιαξ, ήρθε εδώ η Φλαμένκο του Ζίκο, κάναμε φοβερά φιλικά, οπότε μετά είχαμε και πολλούς τραυματισμούς. Ουσιαστικά κληθήκαμε να παίξουμε έναν ολόκληρο γύρο μέσα στο καλοκαίρι, η επιβάρυνση ήταν τεράστια και είχαμε και πρόβλημα με τα γόνατά μας.
Από τα πολλά παιχνίδια;
Όχι μόνο. Μας έκανε και κάτι περίεργες ασκήσεις ο Γκμοχ με κάτι κουτιά, που έπρεπε να ανεβαίνουμε με βάρη σε 1,5 μέτρο ύψος, να κάνουμε άλμα και να πέφτουμε με τα γόνατα. Δεν ήταν και το καλύτερο για τον κάθε οργανισμό.
Πάντως στον αγωνιστικό τομέα, κερδίζατε στα ντέρμπι, αλλά δεν μπορέσατε να πάρετε τίτλους.
Δεν μας αφήνανε να πάρουμε τίτλους. Αρκεί να σου πω ότι μετά το Σούπερ Καπ που κερδίσαμε τον Παναθηναϊκό και τον αποκλείσαμε με ένα πέναλτι του Τσαλουχίδη, κάναμε τρία χρόνια να πάρουμε κάποιο πέναλτι. Το κεφάλι στη μασχάλη να μας έπιαναν, δεν μας έδιναν πέναλτι με τίποτα. Μιλάμε τότε είχαμε ομάδα, η οποία μετά αποτέλεσε και τη βάση της Εθνικής που πήγε στο Μουντιάλ. Αλλά δεν μας επέτρεπαν να πάρουμε τίτλους.
«Θυμάμαι ένα οφσάιντ που είχε δώσει ο επόπτης στον Μητρόπουλο σε ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στο οποίο ο Τάσος είχε ξεκινήσει πέντε μέτρα πίσω από την άμυνα! Μιλάμε για “κουφά” πράγματα!»
Πείτε μου ένα παιχνίδι που να είπατε: «Σήμερα δεν κερδίζουμε με τίποτα»…
Με την ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ, που χάσαμε με το γκολ του Καραγκιοζόπουλου. Σε ένα άλλο παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό, δίνουν ένα οφ σάιντ στον Μητρόπουλο, ο οποίος ήταν πέντε μέτρα πίσω από την άμυνα του Παναθηναϊκού. Του είχε βγάλει μια τρομερή μπαλιά ο Ντέταρι και τον έβγαλε τετ α τετ με τον τερματοφύλακα, αλλά ο επόπτης σήκωσε τη σημαία. Μιλάμε για “κουφά” πράγματα.
Αν εκείνο το βράδυ στο ΟΑΚΑ είχατε πάρει εσείς τη νίκη, θα ήταν διαφορετική η ιστορία;
Θα είχαμε πάρει και ένα πρωτάθλημα και σίγουρα δεν θα ήταν τα “πέτρινα χρόνια”. Δεν θα είχαν τόσο μεγάλη διάρκεια. Ουσιαστικά είναι οι 9 χρονιές που συμμετείχα εγώ στον Ολυμπιακό. Και τότε ο Ολυμπιακός είχε πάρει πρωτάθλημα πριν έρθω και ξαναπήρε αφού έφυγα.
Σας λείπει το πρωτάθλημα;
Βέβαια, θα ήταν ωραίο να έχω πάρει πρωτάθλημα. Από την άλλη πλευρά είναι αυτό που λέμε: “δεν έτυχε”. Πήρα δύο κύπελλα και ένα σούπερ καπ.
Οι δυσκολίες στον Ολυμπιακό από που προέρχονταν και αν αυτές σας έκαναν να “δεθείτε” μεταξύ σας.
Τα λάθη ξεκινούσαν από ψηλά από τη διοίκηση. Σίγουρα δεν νιώθαμε τη σιγουριά που μπορεί να ένιωθαν άλλοι. Αλλά σίγουρα δεθήκαμε οι παίκτες μεταξύ μας. Να σου πω για παράδειγμα ότι ο Παναγιώτης ο Σοφιανόπουλος ήρθε στη Γερμανία και μείναμε τρία χρόνια μαζί, με τον Τσαλουχίδη έχω σχέσεις, με τον Κρις Καλαντζή μιλάμε συνέχεια, γιατί ήμασταν και στο δωμάτιο μαζί. Όταν πήγα στις Σέρρες βρήκα και τον Ηλία τον Σαββίδη για να τα πούμε.
«Άνθρωποι που βρίσκονταν σε καροτσάκι έρχονταν στου Ρέντη και σηκώνονταν με πατερίτσες για να χτυπήσουν τους παίκτες!»
Εσείς συμμετείχατε σε όλα τα “πέτρινα χρόνια”.
Υπήρξαν πολλές δύσκολες στιγμές. Για παράδειγμα υπήρξε και περιστατικό, όπου έπρεπε να φυγαδεύσουμε έναν συμπαίκτη μας και τον βάλαμε στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου. Άλλες φορές βλέπαμε οπαδούς που μας αποθέωναν, στις δύσκολες στιγμές να μας κυνηγάνε. Άνθρωποι που ήταν σε “καροτσάκι” να σηκώνονται με πατερίτσες και να προσπαθούν να χτυπήσουν τους παίκτες.
Ήσουν και στην εποχή που “έπεσαν κορνέδες”.
Για ένα ματς είχε έρθει ο Γεωργιάδης και έγινε ότι έγινε.
Υπήρχε πάντοτε η πίεση.
Ο καθένας όπως την αντιλαμβανόταν. Εγώ δεν είχα κανένα θέμα, ποτέ. Πάντοτε έβγαινα μπροστά και προσπαθούσα για το καλύτερο. Με αγαπούσε ο κόσμος.
«Στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994 μπήκαν στην εθνική παίκτες “τιμής ένεκεν”. Έπρεπε να έρθουν στην ομάδα νέα παιδιά, όπως ο Μιχάλης Κασάπης»
Ζήσατε και καλές στιγμές στο ποδόσφαιρο όμως.
Φυσικά και η μεγαλύτερη ήταν η συμμετοχή με την Εθνική στο Μουντιάλ. Πήγαμε ως η πρώτη ομάδα που προκρίθηκε στη διοργάνωση και πραγματικά ήταν ένα όνειρο η συμμετοχή εκεί.
Τι έγινε όμως και είχαμε αυτή την εικόνα;
Πληρώσαμε κάποια λάθη στο σχεδιασμό. Για παράδειγμα κάποιοι παίκτες μπήκαν στην ομάδα ως “τιμής ένεκεν”. Έπρεπε να έρθουν στην ομάδα νέα παιδιά. Για μένα, ένας από τους κορυφαίους παίκτες εκείνου του πρωταθλήματος ήταν ο Μιχάλης Κασάπης, αλλά δεν μπήκε στην ομάδα.
Το ματς με την Αργεντινή πως ήταν;
Το μόνο που δεν έπαιξα. Ήμουν στον πάγκο και τους έβλεπα. Ήταν φοβερή εμπειρία, όχι όμως μόνο το ματς με την Αργεντινή, αλλά όλα τα παιχνίδια στο Μουντιάλ. Συνειδητοποιείς ξαφνικά ότι είσαι στους 500 καλύτερους παίκτες του κόσμου. Γιατί αν το βάλεις κάτω, 24 ομάδες με 22 παίκτες είναι εκεί, στην κορυφαία διοργάνωση.
Ο Γεκινί που τον είχατε αντίπαλο και μετά συμπαίκτη;
Όταν το έπαιξα ως αντίπαλο ήταν διαφορετικός και όταν ήρθε στον Ολυμπιακό ήταν εντελώς διαφορετικός. Πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω πως δύο μήνες πριν έμπαινε με την μπάλα στα δίχτυα στο Μουντιάλ και εδώ στην Ελλάδα να μην μπορεί να πάρει τα πόδια του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός: Τα συστατικά της πολύτιμης περσινής συνταγής
- Ολυμπιακός - Ρεάλ 79-69: Με «ηφαίστειο» ΣΕΦ και σπουδαίο ΜακΚίσικ υπέταξε την «βασίλισσα»
- Βεζένκοφ: «Εχουμε σπουδαίους παίχτες , πρέπει να γίνουμε καλή ομάδα»
- Ολυμπιακός: Η αποστολή για την αναμέτρηση με την Καλλιθέα
- Euroleague: Η βαθμολογία μετά την σπουδαία νίκη του Ολυμπιακού επί της Ρεάλ Μαδρίτης