Λάκης Σοφιανός: Η «αλεπού» των γηπέδων που αυτοκτόνησε στη φυλακή
«Ιστορία μου, αμαρτία μου» θα μπορούσε να είναι ο τίτλος μιας ταινίας για τη ζωή του Λάκη Σοφιανού, του παλιού επιθετικού του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού και του Παναιγιάλειου, που αυτοκτόνησε στις 2 Αυγούστου 1989 στο κελί του στον Κορυδαλλό.
Πρώτη φίρμα δεν ήταν ποτέ στο ελληνικό ποδόσφαιρο ο Λάκης Σοφιανός. Ωστόσο, μια ταινία για την πολυτάραχη ζωή του θα είχε απείρως μεγαλύτερο ενδιαφέρον από αντίστοιχες για λαμπρούς αστέρες που λατρεύτηκαν απ’ το κοινό.
Η ιστορία του συναρπάζει ακόμα και σήμερα, παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση παράδειγμα προς μίμηση. Ο σπουδαίος αυτός επιθετικός, που είχε διαπρέψει με τη φανέλα του Παναθηναϊκού τα ηρωικά χρόνια της δεκαετίας του ’50 κι είχε φτάσει στο σημείο να πείσει τον «αιώνιο» αντίπαλό του να τον εντάξει στη δύναμή του, είχε σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της ζωής του τρεχάματα με τον νόμο. Ακόμα και την εποχή που ήταν ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές του ελληνικού πρωταθλήματος.
Αυτές οι περιπέτειες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην απόφαση να αυτοκτονήσει μες στο κελί του στον Κορυδαλλό, τα ξημερώματα της 2ας Αυγούστου 1989, ντροπιασμένος από τη φυλάκισή του για πολλοστή φορά, για κατοχή και χρήση ναρκωτικών.
Το κοινό που κάποτε τον αποθέωνε στα γήπεδα τον είχε ξεχάσει από καιρό. Το ίδιο και οι εφημερίδες, που τα χρόνια της δόξας του αφιέρωναν πηχυαίους τίτλους για να περιγράψουν τα κατορθώματά του. Την επομένη της αυτοκτονίας του, όμως, κυκλοφόρησαν σχεδόν όλες με μεγάλα «χτυπήματα» στις πρώτες σελίδες τους και εκτενή αφιερώματα στο εσωτερικό τους για «τον μεγάλο μπαλαδόρο του ’50 που ήταν καλό παιδί, αλλά παραστράτησε».
Οι μεγαλύτεροι που έζησαν τη δεκαετία του ’80, θυμούνται πόσο σκληρή ήταν τότε η κοινωνία απέναντι στους απλούς χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Η αντιμετώπισή τους δεν διέφερε από εκείνη των εμπόρων του «λευκού θανάτου» και κανείς δεν νοιαζόταν για τις αιτίες που τους είχαν οδηγήσει εκεί. Έτσι, στα δημοσιεύματα για τη ζωή του Σοφιανού, δίπλα στα συγκινητικά λόγια για τον μεγάλο ποδοσφαιριστή του παρελθόντος, υπήρχαν και οι ηθικοπλαστικοί αστερίσκοι.
Από τον Αρίονα στον Παναθηναϊκό
Ο Λάκης (από το Μιχάλης) Σοφιανός γεννήθηκε στις 26 Απριλίου 1930 στη Γούβα, μια μικρή συνοικία ανάμεσα στον Υμηττό, το Παγκράτι και τον Νέο Κόσμο. Πολύ μικρός ορφάνεψε από πατέρα του και η μάνα του βρέθηκε να μεγαλώνει μόνη εννιά παιδιά το 1941, όταν η Αθήνα βρέθηκε υπό γερμανική Κατοχή.
Ο Σοφιανός, λοιπόν, έπρεπε να βοηθήσει την οικογένειά του και έδρασε ως «σαλταδόρος», όπως και πολλά άλλα παιδιά της ηλικίας του. Μικρόσωμος καθώς ήταν, μπορούσε να πηδάει στα καμιόνια των Ναζί για να κλέβει τρόφιμα και άλλα αγαθά που ήταν αναγκαία για την επιβίωση της οικογένειάς του. Το χούι, όμως, του έμεινε και μετά την απελευθέρωση. Οι μικροκλοπές που έκανε, στάθηκαν αιτία να κλειστεί ουκ ολίγες φορές στα αναμορφωτήρια, τα οποία με τον τρόπο που λειτουργούσαν τότε, μόνο τον σωφρονισμό των παραστρατημένων νέων δεν πετύχαιναν.
Αποκούμπι του Σοφιανού ήταν το ποδόσφαιρο, όπου είχε φανερώσει τις σπάνιες αρετές του. «Της μιλούσε» της μπάλας στις αλάνες και τα σοκάκια της γειτονιάς του και σύντομα βρέθηκε να αγωνίζεται στην ομάδα της, τον Αρίονα. Στη Β’ Κατηγορία της ΕΠΣΑ αγωνιζόταν τότε ο σύλλογος της Γούβας, δύο επίπεδα πιο κάτω από εκεί που διαγωνίζονταν οι «μεγάλοι» της πρωτεύουσας. Όμως, το ταλέντο του λιπόσαρκου επιθετικού ήταν τέτοιο, που δεν άργησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον τους.
Τη σεζόν 1953-54 ο Αρίονας κέρδισε την άνοδο στην Α2 Κατηγορία με τον Σοφιανό να αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ και τον Ιούλιο ο Παναθηναϊκός έκανε την κίνηση να τον αποκτήσει. Στο «τριφύλλι» τον ήθελαν τόσο πολύ που τον απέκτησαν αρχικά με διετή αποκλεισμό, στη συνέχεια όμως ικανοποίησαν οικονομικά και το σωματείο του και πήραν την ελευθέρα του για να μπορούν να τον χρησιμοποιούν και στους επίσημους αγώνες.
Έπεσε πάνω στην κυριαρχία του Ολυμπιακού
Ο Σοφιανός καθιερώθηκε αμέσως στην κεντρική επιθετική τριάδα του Παναθηναϊκού, δίπλα στον Λάκη Πετρόπουλο και τον Φίλιππο Ασημακόπουλο, δεν ευτύχησε όμως να πανηγυρίσει πολλούς τίτλους με τη φανέλα του. Εκείνη την εποχή είχε μόλις ανατείλει το άστρο της μεγάλης ομάδας του Ολυμπιακού, που κατέκτησε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα επί έξι συναπτές σεζόν, κάνοντας και το νταμπλ στις τρεις τελευταίες.
Μόνο το Κύπελλο Ελλάδας του 1955 γεύτηκε ο Σοφιανός και μάλιστα δεν αγωνίστηκε στον τελικό με τον ΠΑΟΚ (2-0). Είχε όμως κερδίσει ήδη τη φήμη του πονηρού παίκτη, που του απέδωσε και το προσωνύμιο «αλεπού». Χαρακτηριστική είναι η κειμενολεζάντα της εφημερίδας «Αθλητικόν Φως», στο πρωτοσέλιδο της 30ής Ιουνίου 1955, η οποία έγραφε επί λέξει:
«Ο δαιμόνιος και πανούργος σέντερ φορ του Παναθηναϊκού, ο παίκτης με τη μοναδική ευστροφία και ετοιμότητα, που ενσαρκώνει σήμερα τους πόθους των οπαδών του τριφυλλιού διά την κατάκτησιν του τίτλου του πρωταθλητού Ελλάδος».
Το ταλέντο του Σοφιανού ήταν σπάνιο, όπως έχουν διαβεβαιώσει και οι παλιοί του συμπαίκτες. Πολλές φορές, όμως, γινόταν υπέρμετρα ατομιστής και χρησιμοποιούσε και αθέμιτα μέσα. Ο θρύλος λέει ότι συχνά μάζευε χώμα στη χούφτα του και την κατάλληλη στιγμή το έριχνε στα πρόσωπα των αντιπάλων του για να πετύχει γκολ!
Το γεγονός ότι είχε φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν έδωσε τέλος στις κακές του συνήθειες. Μπαινόβγαινε στις φυλακές Αβέρωφ (απέναντι από το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας) για μικροκλοπές και ορισμένες φορές ο Παναθηναϊκός του εξασφάλιζε ειδική άδεια για να τον έχει στη διάθεσή του σε κάποιους κρίσιμους αγώνες. Οι αστυνομικοί τον πήγαιναν με την κλούβα στο γήπεδο, του έβγαζαν τις χειροπέδες για να παίξει και μετά το ματς τον παραλάμβαναν ξανά.
Τα καλύτερά του χρόνια στον Παναιγιάλειο
Μία σειρά από πειθαρχικά παραπτώματα, με αποκορύφωμα την επίθεση στον Ελβετό διαιτητή, Καρλ Μπιχμίλερ, στον τελικό του Πανελληνίου Πρωταθλήματος της 18ης Ιουλίου 1957 με τον Ολυμπιακό (ήττα με 1-0), έσπασαν το ραγισμένο γυαλί της σχέσης του Σοφιανού με τον Παναθηναϊκό.
Η πανίσχυρη τότε Επιτροπή Φιλάθλου Ιδιότητας τον διέγραψε από τα μητρώα της, κάτι που σήμαινε ότι δεν μπορούσε να παίξει πουθενά ποδόσφαιρο! Τελικά λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1957 η Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων αποφάσισε να του δώσει χάρη, κρίνοντας επαρκή τιμωρία τον τρίμηνο αποκλεισμό που του είχε επιβάλει για το ίδιο παράπτωμα η ΕΠΟ. Οι μέρες του στον Παναθηναϊκό, όμως, ήταν πλέον μετρημένες και το καλοκαίρι του 1958 έφυγε για τον Παναιγιάλειο.
Ο Αστέριος Μπέλας, αυτός ο «μπροστά από την εποχή του» ποδοσφαιράνθρωπος που έκανε κουμάντο στον σύλλογο του Αιγίου (αν και ξεκίνησε ως απλός συμπαίκτης του), βρήκε… το κουμπί του Σοφιανού και τον βοήθησε να παίξει την καλύτερη, ίσως, μπάλα της καριέρας του. Η συμβολή του στη σωτηρία του Παναιγιάλειου στην Α’ Εθνική, κατά την παρθενική σεζόν 1959-60, ήταν καθοριστική. Πέτυχε και τα τέσσερα γκολ στις νίκες της ομάδας του επί του Απόλλωνα (3-2) και του Εθνικού (1-0) που την οδήγησαν στο μπαράζ παραμονής με τον Παγκορινθιακό (2-1), όπου επίσης σκόραρε!
Ήταν τόσο καλός με τους «Πασάδες του Αιγίου», που ο Ολυμπιακός – ο οποίος μόλις είχε χάσει τα πρωτεία στο πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό – τον απέκτησε με συνοπτικές διαδικασίες, αδιαφορώντας για το «πράσινο» παρελθόν του. Ο Σοφιανός ξεκίνησε εντυπωσιακά στους «ερυθρόλευκους», μια και πέτυχε τέσσερα γκολ στα πέντε ματς πρωταθλήματος της περιόδου 1960-61 που πρόλαβε να παίξει υπό τις οδηγίες του Τζίνα Σιμονόφσκι.
Στη συνέχεια, όμως, τέθηκε εκτός ομάδας, με τις κακές γλώσσες να λένε ότι άνθρωποι του συλλόγου τον είχαν πιάσει να κλέβει αντικείμενα των συμπαικτών του απ’ τα αποδυτήρια. Ο ίδιος έκανε λόγο για σαμποτάζ από τις κλίκες των «παλιών», το οποίο είχε επεκταθεί και στην Εθνική Ελλάδας. Δεν φόρεσε ποτέ τη φανέλα της κι αυτό ήταν το μεγάλο του παράπονο.
Καλύτερα να σου βγει το μάτι…
Το καλοκαίρι του 1961 ο Σοφιανός πήρε μεταγραφή στον Άρη, όπου προσπάθησε να κάνει μια νέα αρχή. Κι όλα πήγαιναν καλά μέχρι τον Μάρτιο του 1962, όταν ύστερα από μια εντός έδρας ήττα από τον Φωστήρα ξέσπασε σάλος περί στησίματος του αγώνα.
Ήταν το περιβόητο σκάνδαλο του ΠΡΟ-ΠΟ, στο οποίο ενεπλάκη και ο ΠΑΟΚ οποίος την ίδια ημέρα είχε ηττηθεί κι αυτός στο γήπεδό του από το Αιγάλεω. Υποτίθεται ότι κάποιοι ποδοσφαιριστές των δύο μεγάλων σωματείων της Θεσσαλονίκης είχαν συνεννοηθεί με φίλους τους, παίκτες του ΠΡΟ-ΠΟ, να ποντάρουν στο «2» στους συγκεκριμένους αγώνες και να μοιραστούν κατόπιν μαζί τους τα κέρδη (εφόσον έπιαναν 13άρι).
Οι ιθύνοντες του Άρη έψαχναν τους φταίχτες και ο Σοφιανός με το βεβαρημένο παρελθόν και τη στάμπα του «αλήτη», ήταν εύκολο εξιλαστήριο θύμα. Οι «κίτρινοι» τον έθεσαν εκτός ομάδας παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ορκιζόταν ότι ήταν αθώος και η έρευνα που πραγματοποίησε μέχρι κι ο εισαγγελέας δεν έφερε στο φως κανένα απτό στοιχείο για την ενοχή του.
Ο ταλαιπωρημένος Αθηναίος επιθετικός βρήκε καταφύγιο στον Παναιγιάλειο, όπου αγωνίστηκε με αρκετή επιτυχία για μία ακόμα σεζόν και το 1963 επέστρεψε στον Παναθηναϊκό. Σταμάτησε το ποδόσφαιρο και ύστερα από μερικά χρόνια έφυγε μετανάστης στη Δυτική Γερμανία. Ήταν ήδη παντρεμένος και είχε αποκτήσει δύο κόρες.
Οι πληροφορίες για τη ζωή του στο εξωτερικό δεν είναι πολλές. Το μόνο βέβαιο είναι ότι μερικά χρόνια αργότερα (τον Αύγουστο του 1970), όταν το τρένο με το οποίο επέστρεφε στην Ελλάδα περνούσε απ’ τη Γιουγκοσλαβία, έπεσε θύμα ληστείας από άτομα του υποκόσμου που, πάνω στον καυγά, τον έριξαν απ’ το παράθυρο!
Όπως διηγήθηκε ο ίδιος στον Άγγελο Λάμπρου, στην «Αθλητική Ηχώ» της 7ης Ιουνίου 1984, έμεινε κατάκοιτος για πολλές ώρες στην ερημιά, μέχρι που το επόμενο πρωί τον εντόπισε ένας Σέρβος βοσκός, από τα γαυγίσματα των σκυλιών του! Εκείνος του έδειξε τον δρόμο για το νοσοκομείο, όπου Σοφιανός κατάφερε να φτάσει μόνος του παρά τους αφόρητους πόνους. Οι γιατροί διαπίστωσαν ότι τη μεγαλύτερη ζημιά την είχε πάθει στο αριστερό του χέρι, το οποίο ακρωτηρίασαν για να μην κινδυνεύσει από γάγγραινα.
Ανάπηρος πια και ξεχασμένος από τους παλιούς του φίλους και συμπαίκτες, ο Σοφιανός μπαινόβγαινε τα επόμενα χρόνια στις φυλακές και τα νοσοκομεία. Γεύτηκε, όμως, χαρές από τις κόρες του, οι οποίες παντρεύτηκαν και του χάρισαν εγγόνια.
Κρεμάστηκε απ’ τους σωλήνες του καλοριφέρ
Ήταν 6 παρά τέταρτο το πρωί, στις 2 Αυγούστου 1989, όταν ο δεσμοφύλακας της τέταρτης πτέρυγας των φυλακών Κορυδαλλού έκανε το καθιερωμένο έλεγχο στα κελιά των κρατουμένων και διαπίστωσε ότι όλα ήταν εντάξει.
Μισή ώρα αργότερα, όμως, όλη η πτέρυγα ξεσηκώθηκε από τις κραυγές του κρατούμενου στο κελί 5, ο οποίος ζητούσε απεγνωσμένα βοήθεια. Όταν ο δεσμοφύλακας έτρεξε προς τα εκεί, διαπίστωσε με φρίκη ότι ο έτερος κρατούμενος είχε κρεμαστεί από τον σωλήνα του καλοριφέρ, έχοντας χρησιμοποιήσει τη ζώνη του και μία λωρίδα απ’ την πετσέτα του. Οι νοσοκόμοι και οι γιατροί που έσπευσαν να δώσουν τις πρώτες βοήθειες διαπίστωσαν απλά τον θάνατό του.
Ο κρατούμενος που είχε δώσει τέλος στη ζωή του με αυτόν τον φρικιαστικό τρόπο ήταν ο Λάκης Σοφιανός, ο άλλοτε δημοφιλής αστέρας του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο οποίος είχε κριθεί δύο ημέρες νωρίτερα προφυλακιστέος για κατοχή και χρήση ναρκωτικών.
Οι αστυνομικοί τον είχαν συλλάβει επ’ αυτοφώρω στο Καλαμάκι στις 24 Ιουλίου 1989, με τέσσερα φακελάκια που περιείχαν συνολικά ένα γραμμάριο ηρωίνη. Είχε πάρει το ναρκωτικό για δική του χρήση, ο νόμος όμως τότε δεν έκανε διακρίσεις. Ο Σοφιανός είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει και στις 28 Ιουλίου, στα κρατητήρια της Ασφάλειας, όμως οι φύλακες τον είχαν προλάβει την ύστατη στιγμή. Δεν φρόντισαν, όμως, να ενημερώσουν τους επικεφαλής των φυλακών Κορυδαλλού για την απόπειρα, με αποτέλεσμα τα μέτρα φύλαξης να είναι ελλιπή και να συμβεί το μοιραίο.
Στα ρεπορτάζ των εφημερίδων της εποχής υπάρχουν αρκετές αντικρουόμενες πληροφορίες για την ψυχολογική κατάσταση του άτυχου ποδοσφαιριστή. Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα, όμως, είναι ότι αισθανόταν άσχημα για την κατάσταση που είχε περιέλθει. Ένιωθε υπόλογος απέναντι στα μέλη της οικογένειάς του, για την ντροπή που τους είχε προκαλέσει. Του είχε κοστίσει πολύ και ο ακρωτηριασμός του χεριού του.
Λέγεται, μάλιστα, ότι την ώρα που περνούσε το κατώφλι των φυλακών Κορυδαλλού, είχε πει στη σύζυγό του, Ουρανία, που τον συνόδευε: «Αυτήν τη φορά, θα με πάρεις από αλλού». Εννοώντας ότι δεν είχε σκοπό να ξαναβγεί ζωντανός στον έξω κόσμο, ο οποίος τον είχε κεράσει πολλές πίκρες στα 59 χρόνια της πονεμένης ζωής του.
Πηγές: Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Βουλής των Ελλήνων (φύλλα της των εφημερίδων «Αθλητικόν Φως», «Αθλητική Ηχώ», «Αθλητική Φωνή», «Έθνος», «Απογευματινή», «Μεσημβρινή», «Επικαιρότητα»).
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 2 Αυγούστου
2021: Με άλμα στα 8.41 μ. στην τελευταία του προσπάθεια, ο Μίλτος Τεντόγλου κατακτά το χρυσό μετάλλιο στο μήκος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, . Την ίδια μέρα, ο Λευτέρης Πετρούνιας κατατάσσεται τρίτος στον τελικό των κρίκων με 15.200 βαθμούς και γίνεται ο δεύτερος Έλληνας αθλητής της ενόργανης γυμναστικής με δύο ολυμπιακά μετάλλια, μετά τον Δημοσθένη Ταμπάκο.
2013: Ο 66χρονος επιχειρηματίας Νίκος Σαλευρής, μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ Καλλιθέα για περίπου 25 χρόνια, εντοπίζεται νεκρός στην παραλία του Αλίμου ενώ αγνοούνταν επί δύο ημέρες. Ο θάνατός του οφείλεται σε καρδιακό επεισόδιο που είχε υποστεί ενώ κολυμπούσε.
2012: Ο Μάικλ Φελπς κερδίζει το 16ο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της καριέρας του, όταν νικά τον Ράιαν Λόκτι στα 200 μέτρα μικτή ατομική στο Λονδίνο. Με τη νίκη του αυτή γίνεται ο πρώτος άνδρας κολυμβητής που κερδίζει το ίδιο αγώνισμα σε τρεις διαδοχικές διοργανώσεις Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ φτάνει τους πέντε τίτλους και στις δύο αποστάσεις της μικτής ατομικής, καταρρίπτοντας το ρεκόρ των τεσσάρων που μοιράζονταν ο Τάμας Ντάρνι και η Γιάνα Κλότσκοβα.
1998: Ο Ιταλός Μάρκο Παντάνι κερδίζει τον ποδηλατικό γύρο της Γαλλίας. Η διοργάνωση κινδυνεύει να σταματήσει λόγω δύο απεργιών των αθλητών, έξι αποχωρήσεις ομάδων και την απέλαση της Festina Team από την Γαλλία διότι μέλη της βρέθηκαν ντοπαρισμένοι.
1997: Ο Άγγελος Παυλακάκης σημειώνει πανελλήνιο ρεκόρ στα 100 μ. με 10.11 (το προηγούμενο ήταν δικό του με 10.13 από τις 16 Ιουλίου 1997), κερδίζοντας την προκριματική σειρά του στην οποία μετέχει και ο Καναδός χρυσός ολυμπιονίκης του 1996, Ντόνοβαν Μπέιλι. Ξανθιώτης σπρίντερ θα πάρει την πρόκριση και από τον προημιτελικό που θα διεξαχθεί αργότερα την ίδια ημέρα με χρόνο 10.22, αλλά δεν θα κατορθώσει να περάσει στον τελικό. Το ρεκόρ του αντέχει μέχρι σήμερα.
1996: Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ολοκληρώνει την αθλητική καριέρα του στο μπάσκετ, μετά το τέλος του αγώνα της Εθνικής Ελλάδας με τη Βραζιλία, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα (91-72). Ο 37χρονος άσος λέει στους συμπαίκτες του στα αποδυτήρια: «Πρέπει να αισθάνεστε ότι αυτή η ομάδα είναι η υπερηφάνεια σας, η τιμή σας, ο ίδιος ο εαυτός σας. Να την προσέχετε σαν την ψυχή σας». Μαζί με τον Γιαννάκη, ο οποίος κατέχει ακόμα το ρεκόρ συμμετοχών με την Εθνική Ελλάδας (351), ανακοινώνει το τέλος της καριέρας του και ο σούπερ σταρ της Βραζιλίας, Όσκαρ Σμιντ.
1996: Πεθαίνει σε ηλικία 78 ετών ο Ομπντούλιο Βαρέλα, αρχηγός και ηγέτης της Εθνικής Ουρουγουάης που είχε κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950.
1992: Ο Λευκορώσος αθλητής της ενόργανης γυμναστικής, Βιτάλι Σέρμπο, κερδίζει τους τελικούς στον πλάγιο ίππο, τους κρίκους, στο δίζυγο και στο άλμα και ολοκληρώνει την παρουσία του στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης με έξι χρυσά μετάλλια (είχε άλλα δύο στο σύνθετο ατομικό και το σύνθετο ομαδικό). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συγκομιδή χρυσών μεταλλίων από αθλητή της ενόργανης στην ίδια διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων.
1984: Ο Αμερικανός Τζεφ Μπλάτνικ κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα +100 κ. της ελληνορωμαϊκής πάλης, παρά το γεγονός ότι έχει προσβληθεί από καρκίνο στο έντερο και στη σπλήνα και υποβάλλεται σε ακτινοθεραπείες.
1980: Ο Κουβανός πυγμάχος, Τεοφίλο Στίβενσον, κερδίζει το τρίτο του χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στην κατηγορία των +81 κιλών και ισοφαρίζει το επίτευγμα του Ούγγρου, Λάσλο Παπ (χρυσά το 1948, το 1952 και το 1956).
1974: Οι Κύπριοι πρωταθλητές, Σταύρος Τζιωρτζής (400 μ. εμπόδια) και Μαρούλα Λάμπρου (μήκος) κερδίζουν χρυσά μετάλλια για την Ελλάδα στους Βαλκανικούς Αγώνες που διεξάγονται στη Σόφια, λίγες ημέρες μετά την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο.
1968: Ο Γιώργος Κούδας επιστρέφει στις τάξεις του ΠΑΟΚ ύστερα από δύο χρόνια, μετά το οριστικό «ναυάγιο» της μεταγραφής του στον Ολυμπιακό.
1960: Σκοτώνεται σε τροχαίο δυστύχημα μέσα στο στρατόπεδο του Πέντλετον ο 25χρονος Αμερικανός επικοντιστής, Μπομπ Γκουτόουσκι, ασημένιος ολυμπιονίκης το 1956 στη Μελβούρνη μπροστά από τον χάλκινο, Γιώργο Ρουμπάνη.
1952: Ο ιαπωνικής καταγωγής Αμερικανός κολυμβητής, Φορντ Κόνο, αναδεικνύεται χρυσός ολυμπιονίκης στα 1.500 μέτρα ελεύθερο στο Ελσίνκι.
1952: Η Ουγγαρία που έχει στη σύνθεσή της τους Φέρεντς Πούσκας, Σάντορ Κότσις, Γιόζεφ Μπόζικ, Γκιούλα Λόραντ κ.ά. κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στο ποδοσφαιρικό τουρνουά των Ολυμπιακών Αγώνων του Ελσίνκι. Στον τελικά νικά με 2-0 τη Γιουγκοσλαβία με την οποία αγωνίζονται οι Στέπαν Μπόμπεκ και Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι, οι οποίοι θα κάνουν αργότερα μεγάλη καριέρα στην Ελλάδα ως προπονητές.
1948: Ο Βέλγος Γκαστόν Ρέιφ νικά τον Τσεχοσλοβάκο Εμίλ Ζάτοπεκ στον τελικό των 5.000 μέτρων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου.
1936: Ο σφαιροβόλος Χανς Βέλκε και η ακοντίστρια Τίλι Φλάισερ χαρίζουν στη Ναζιστική Γερμανία τα πρώτα της χρυσά μετάλλια στον στίβο, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου.
1932: Η Πολωνή Στανισλάβα Βαλασίεβιτς κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 100 μ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες ισοφαρίζοντας το παγκόσμιο ρεκόρ (11.9). Έχει αναγνωριστεί ως η πρώτη intersex ολυμπιονίκης, μια και μετά τον θάνατό της, στις 4 Δεκεμβρίου 1980, διαπιστώνεται ότι διέθετε και γυναικεία και ανδρικά γεννητικά όργανα.
1928: Με άλμα στα 15.21 μ., ο Ιάπωνας, Μίκιο Όντα, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στο τριπλούν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Άμστερνταμ. Ο Όντα χαρίζει στην πατρίδα του το πρώτο χρυσό μετάλλιο της ιστορίας της στην κορυφαία αθλητική διοργάνωση, ενώ γίνεται και ο πρώτος χρυσός ολυμπιονίκης ολόκληρης της ασιατικής ηπείρου σε οποιοδήποτε ατομικό αγώνισμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
